πλασματολογία

πλασματολογία
ἡ, Μ
η διήγηση θαυμαστών, απίθανων ή και παράδοξων πραγμάτων, τερατολογία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλάσμα, -ατος + -λογία*].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”